Περισσότερα ακόμα εδώ

Τι είναι η Ζώνη Σένγκεν; Ένας οδηγός για τα σύνορα της Ευρώπης

Η συνθήκη Σένγκεν, υπογράφηκε το 1985 με στόχο την προοδευτική κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα μεταξύ ευρωπαϊκών κρατών και την απλοποίηση των διαδικασιών. Δείτε τι σημαίνει στην πράξη…

Οι χώρες που εισήλθαν στη συμφωνία του Σένγκεν το 1985 (ονομάστηκε έτσι από την πόλη του Λουξεμβούργου όπου υπογράφηκε) κατήργησαν τα εσωτερικά σύνορα, κρατώντας μόνο τα εξωτερικά σύνορα.
Η συμφωνία αυτή είχε ως στόχο την προοδευτική κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα, την εγκατάσταση καθεστώτος ελεύθερης κυκλοφορίας για όλα τα πρόσωπα- υπηκόους των κρατών που υπέγραψαν τη Συμφωνία, καθώς και αστυνομική και δικαστική συνεργασία. Αυτή η προσπάθεια όμως, προκάλεσε τελικά σύγχυση σε πολλούς ταξιδιώτες. Δείτε τι σημαίνει συνθήκη Σένγκεν στην πράξη…
Ποια είναι η ζώνη Σένγκεν;
Η συνθήκη Σένγκεν δεν περιλαμβάνει τις ίδιες χώρες με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ορισμένες χώρες της ΕΕ δεν ανήκουν στη ζώνη Σένγκεν (Ιρλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ρουμανία και Βουλγαρία) και ορισμένες χώρες Σένγκεν δεν ανήκουν στην ΕΕ (Νορβηγία, Ισλανδία και Ελβετία ).
Το αποτέλεσμα όλης αυτής της χαρτογράφησης, είναι, η ζώνη Σένγκεν να περιλαμβάνει σήμερα τις: Αυστρία, Βέλγιο, Ελβετία, Τσεχία, Γερμανία, Δανία, Εσθονία, Φινλανδία, Γαλλία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Ισλανδία, Ιταλία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Λετονία, Μάλτα, Ολλανδία, Νορβηγία, Πολωνία, Πορτογαλία, Ισπανία, Σουηδία, Σλοβενία, Σλοβακία και τελευταία το Λιχτενστάιν.
Χρειαζόμαστε διαβατήριο;
Μπλε: χώρες Σένγκεν και Ε.Ε., γαλάζιο: χώρες Σένγκεν αλλα όχι Ε.Ε., πράσινο: χώρες Ε.Ε. αλλά όχι Σένγκεν, κίτρινο: χώρες υπό ένταξη (Φωτογραφία: http://en.wikipedia.org )
Οι πολίτες της ΕΕ που ταξιδεύουν σε χώρες Σένγκεν, πρέπει να έχουν μαζί τους διαβατήριο ή ταυτότητα κατά την αποχώρησή τους από τα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στους μη πολίτες της ΕΕ χρειάζεται μια σφραγίδα κατά την είσοδό τους στις χώρες της συνθήκης και στη συνέχεια μπορούν να ταξιδεύουν χωρίς διαβατήριο σε όλες τις άλλες χώρες Σένγκεν. Και κάτι ακόμη, ανεξάρτητα από πού είστε: αν και μπορείτε να «μπείτε» σε κάποιες χώρες χωρίς το διαβατήριό σας, μπορεί να έχετε τη νομική υποχρέωση να έχετε μαζί σας όσο είστε εκεί.
Χρειαζόμαστε visa;
Αυτό το θέμα είναι κάπως περίπλοκο. Οι πολίτες της ΕΕ είναι ελεύθεροι να κινούνται γύρω από τον χώρο Σένγκεν χωρίς visa. Για τους πολίτες του υπόλοιπου κόσμου, το αν χρειάζεται visa, εξαρτάται από το μέρος απ’ όπου είναι. Οι υπήκοοι 39 χωρών (συμπεριλαμβανομένων των Αμερικανών, Αυστραλών, Καναδών, Κροατών, Νεοζηλανδών και Ιαπώνων) δεν χρειάζονται visa για να παραμείνουν στην περιοχή για μια μέγιστη περίοδο 90 ημερών. Άλλοι θα πρέπει να εξασφαλίζουν εκ των προτέρων μια visa σύντομης διαμονής στις χώρες Σένγκεν. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, ο ταξιδιώτης έχει επισήμως το δικαίωμα να βρίσκεται στην περιοχή για 90, ημέρες σε μια περίοδο 180 ημερών.
Στην πράξη, με τρίμηνη βίζα για μια περίοδο έξι μηνών σημαίνει ότι μπορείτε να φύγετε από την περιοχή και να ξαναγυρίσετε, χωρίς να μετράει ο χρόνος της visa όσο λείπετε. Αλλά αυτό σημαίνει επίσης ότι δε μπορείτε απλά να φεύγετε από τις χώρες Σένγκεν και να ξαναγυρνάτε επ’ αόριστον και ο χρόνος να ξεκινά από το μηδέν. Μπορείτε να κάνετε αίτηση για μία μόνο visa κάθε έξι μήνες, δηλαδή τρεις μήνες αφού έχει λήξει η προηγούμενη. Οι θεωρήσεις που υπερβαίνουν την παραμονή 90 ημερών, χορηγούνται με την επιφύλαξη της εθνικής νομοθεσίας και των διαδικασιών.
Αν σκοπεύετε να μοιράσετε το χρόνο σας ομοιόμορφα μεταξύ διαφόρων χωρών στο χώρο Σένγκεν, κάντε αίτηση για visa στη χώρα που εισέρχεστε πρώτα.
Τι θα συμβεί αν μείνετε παραπάνω σε μια χώρα, απ’ όσο προβλέπει η visa σας;
Αυτό που θα συμβεί, εξαρτάται από το πού θα σας πιάσουν (είναι απλώς θέμα χρόνου). Οι συνέπειες κυμαίνονταν από «τίποτα», έως βαριά πρόστιμα και απέλαση. Μπορεί επίσης να διακινδυνεύσετε μια «άσχημη» σφραγίδα στο διαβατήριό σας, που θα σήμαινε ότι δε μπορείτε να ξαναεισέλθετε στη ζώνη Σένγκεν

Ο χώρος και η συνεργασία Σένγκεν

Ο χώρος και η συνεργασία Σένγκεν βασίζονται στη συνθήκη του Σένγκεν του 1985. Ο χώρος Σένγκεν αποτελεί έδαφος όπου εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων. Οι χώρες που έχουν υπογράψει τη συμφωνία κατήργησαν τα εσωτερικά σύνορα , αντικαθιστώντας τα με ενιαία εξωτερικά σύνορα. Εντός του χώρου αυτού εφαρμόζονται κοινοί κανόνες και διαδικασίες όσον αφορά τις θεωρήσεις για διαμονές σύντομης διάρκειας, τις αιτήσεις ασύλου και τους ελέγχους στα σύνορα. Ταυτόχρονα, για τη διασφάλιση της ασφάλειας εντός του χώρου Σένγκεν, ενισχύθηκαν η συνεργασία και ο συντονισμός μεταξύ των αστυνομικών υπηρεσιών και των δικαστικών αρχών. Η συνεργασία Σένγκεν ενσωματώθηκε στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) με τη συνθήκη του Αμστερνταμ, το 1997. Ωστόσο, δεν είναι όλες οι χώρες που συμμετέχουν στη συνεργασία Σένγκεν μέλη του χώρου Σένγκεν, είτε γιατί δεν επιθυμούν την κατάργηση των ελέγχων στα σύνορα με τις υπόλοιπες χώρες του χώρου αυτού είτε γιατί δεν πληρούν ακόμα τους απαιτούμενους όρους για την εφαρμογή του κεκτημένου του Σένγκεν.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980 άρχισε η συζήτηση σχετικά με τη σημασία της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων. Για ορισμένα κράτη μέλη, η έννοια αυτή θα έπρεπε να εφαρμόζεται μόνο στους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), πράγμα που σήμαινε τη διατήρηση των ελέγχων στα σύνορα και το διαχωρισμό μεταξύ των ευρωπαίων πολιτών και των υπηκόων τρίτων χωρών. Aλλα κράτη μέλη, αντίθετα, επιθυμούσαν την καθιέρωση της ελεύθερης κυκλοφορίας για όλους και, κατά συνέπεια, την κατάργηση αυτών των συνοριακών ελέγχων. Επειδή δεν επιτεύχθηκε συμφωνία στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Γαλλία, η Γερμανία, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο και οι Κάτω Χώρες αποφάσισαν, το 1985, να δημιουργήσουν μεταξύ τους ένα χώρο χωρίς σύνορα, το χώρο «Σένγκεν», από το όνομα της πόλης του Λουξεμβούργου στην οποία υπογράφηκαν οι πρώτες συμφωνίες. Μετά την υπογραφή της συνθήκης του Αμστερνταμ, αυτή η διακυβερνητική συνεργασία ενσωματώθηκε στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) την 1η Μαΐου 1999.
Η ανάπτυξη της συνεργασίας Σένγκεν και η επέκταση του χώρου Σένγκεν
Στις 14 Ιουνίου 1985 υπογράφηκε η πρώτη συμφωνία μεταξύ των πέντε ιδρυτικών μελών. Εκπονήθηκε σύμβαση που υπογράφηκε στις 19 Ιανουαρίου 1990. Αυτή άρχισε να ισχύει το 1995 και επέτρεψε την κατάργηση των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα μεταξύ των χωρών που την είχαν υπογράψει, ενώ δημιούργησε ενιαία εξωτερικά σύνορα, όπου πραγματοποιούνται έλεγχοι εισόδου στον χώρο Σένγκεν σύμφωνα με τις ίδιες διαδικασίες. Καθιερώθηκαν κοινοί κανόνες όσον αφορά την έκδοση θεώρησης, το δικαίωμα ασύλου και τον έλεγχο στα εξωτερικά σύνορα έτσι ώστε να επιτραπεί η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων στο εσωτερικό των χωρών που έχουν υπογράψει τη σύμβαση χωρίς να διαταράσσεται η δημόσια τάξη.
Με αυτή την οπτική, και προκειμένου να συνδυασθεί η ελευθερία με την ασφάλεια, η ελεύθερη αυτή κυκλοφορία συνοδεύεται από τα καλούμενα «αντισταθμιστικά» μέτρα. Πρόκειται για τη βελτίωση της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ των αστυνομικών υπηρεσιών και των δικαστικών αρχών για τη διαφύλαξη της εσωτερικής ασφάλειας των κρατών μελών και ιδιαίτερα για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος. Στο πλαίσιο αυτό δημιουργήθηκε το σύστημα πληροφοριών Σένγκεν (SIS). Το SIS είναι μια πολύπλοκη βάση δεδομένων που επιτρέπει σε αρμόδιες αρχές των κρατών Σένγκεν την ανταλλαγή δεδομένων αναφορικά με ορισμένες κατηγορίες προσώπων και αγαθών.
Ο χώρος Σένγκεν επεκτάθηκε σιγά σιγά σε όλα σχεδόν τα κράτη μέλη. Η Ιταλία υπέγραψε τις συμφωνίες στις 27 Νοεμβρίου 1990, η Ισπανία και η Πορτογαλία στις 25 Ιουνίου 1991, η Ελλάδα στις 6 Νοεμβρίου 1992, η Αυστρία στις 28 Απριλίου 1995 και η Δανία, η Φινλανδία και η Σουηδία στις 19 Δεκεμβρίου 1996. Η Τσεχική Δημοκρατία, η Εσθονία, η Λεττονία, η Λιθουανία, η Ουγγαρία, η Μάλτα, Πολωνία, η Σλοβενία και η Σλοβακία εντάχθηκαν στις 21 Δεκεμβρίου 2007 και η Ελβετία, συνδεδεμένη χώρα, στις 12 Δεκεμβρίου 2008. Η Βουλγαρία, η Κύπρος και η Ρουμανία δεν είναι ακόμη πλήρη μέλη του χώρου Σένγκεν. Οι έλεγχοι στα σύνορα μεταξύ των χωρών αυτών και του χώρου Σένγκεν διατηρούνται έως ότου το Συμβούλιο της ΕΕ αποφασίσει ότι πληρούνται οι όροι για την άρση των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα. (Όσον αφορά τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας βλέπε κατωτέρω.)
Τα μέτρα που υιοθετήθηκαν από τα κράτη στο πλαίσιο της συνεργασίας Σένγκεν
Οι κύριοι κανόνες που υιοθετήθηκαν στο πλαίσιο Σένγκεν περιλαμβάνουν:
  • άρση των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα·
  • κοινή σειρά κανόνων που εφαρμόζονται σε άτομα που διασχίζουν τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της ΕΕ·
  • εναρμόνιση των κανόνων σχετικά με τους όρους εισόδου και θεώρησης διαβατηρίου για σύντομες διαμονές·
  • ενισχυμένη αστυνομική συνεργασία (συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων διασυνοριακής παρακολούθησης και συνεχούς καταδίωξης)·
  • ενισχυμένη δικαστική συνεργασία μέσω ενός ταχύτερου συστήματος έκδοσης και καλύτερης μεταβίβασης της εκτέλεσης των κατασταλτικών δικαστικών αποφάσεων·
  • θέσπιση και ανάπτυξη του συστήματος πληροφόρησης Σένγκεν (SIS).
To σύστημα πληροφόρησης Σένγκεν (SIS)
Στο πλαίσιο του μηχανισμού Σένγκεν, εκπονήθηκε ένα σύστημα πληροφοριών. Καθιστά δυνατό τον έλεγχο των εθνικών συνόρων και παρέχει τη δυνατότητα στις δικαστικές αρχές να αποκτούν πληροφορίες σχετικά με πρόσωπα ή αντικείμενα.
Τα κράτη μέλη τροφοδοτούν το σύστημα με πληροφορίες μέσω εθνικών δικτύων (N-SIS) που είναι συνδεδεμένα με ένα κεντρικό σύστημα (C-SIS). Αυτό το σύστημα πληροφοριών έρχεται να συμπληρώσει ένα δίκτυο γνωστό ως SIRENE (αίτηση συμπληρωματικών πληροφοριών για εθνικές καταχωρήσεις), το οποίο είναι η ανθρώπινη διεπαφή του SIS.
Η ενσωμάτωση του κεκτημένου του Σένγκεν στο πλαίσιο της ΕΕ
Ένα πρωτόκολλο προσαρτημένο στη συνθήκη του Αμστερνταμ επέτρεψε την ενσωμάτωση των αποτελεσμάτων που επέφερε το Σένγκεν στην ΕΕ. Ο χώρος Σένγκεν συναντά το νομικό και θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ εντός του οποίου έχει κοινοβουλευτικό και δικαιοδοτικό έλεγχο. Ο στόχος της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων, που εγγράφεται ήδη στην ενιαία ευρωπαϊκή πράξη του 1986, έχει επιτευχθεί και εγγυάται έναν δημοκρατικό κοινοβουλευτικό έλεγχο θέτοντας στη διάθεση των πολιτών δικαστικές προσφυγές όσον αφορά τα δικαιώματά τους (Δικαστήριο ή/και εθνική δικαιοδοσία ανάλογα με τους τομείς).
Για να επιτευχθεί αυτή η ενσωμάτωση έχουν ληφθεί διάφορες αποφάσεις από το Συμβούλιο της ΕΕ. Κατ’ αρχάς, όπως προέβλεπε η συνθήκη του Αμστερνταμ, το Συμβούλιο αντικατέστησε την εκτελεστική επιτροπή που είχε δημιουργηθεί με τις συμφωνίες Σένγκεν. Με την απόφασή του 1999/307/ΕΚ της 1ης Μαΐου 1999, το Συμβούλιο καθόρισε τους τρόπους ενσωμάτωσης της γραμματείας Σένγκεν στη γενική γραμματεία του Συμβουλίου, ιδίως εκείνους που αφορούν το απασχολούμενο από τη γραμματεία Σένγκεν προσωπικό. Στη συνέχεια, δημιουργήθηκαν νέες ομάδες εργασίας για να βοηθήσουν το Συμβούλιο στη διαχείριση των εργασιών.
Ένα από τα σημαντικότερα καθήκοντα του Συμβουλίου για την ενσωμάτωση του Σένγκεν ήταν να επιλέξει μεταξύ των διατάξεων και των μέτρων που έχουν ληφθεί από τα κράτη που υπέγραψαν τις διακυβερνητικές αυτές συμφωνίες, εκείνες που αποτελούν ένα πραγματικό κεκτημένο, δηλαδή σύνολο πράξεων που θα διατηρηθούν και θα επιτρέψουν τη συνέχιση της συνεργασίας που έχει αναληφθεί. Με τις αποφάσεις 1999/435/ΕΚ και 1999/436/ΕΚ του Συμβουλίου της 20ης Μαΐου του 1999 εκδόθηκε κατάλογος των στοιχείων που αποτελούν το κεκτημένο καθώς και ο ορισμός για το καθένα από αυτά της αντίστοιχης νομικής βάσης στις ευρωπαϊκές συνθήκες (συνθήκη ΕΚ ή συνθήκη για την ΕΕ) . Το μεγαλύτερο μέρος των πράξεων αυτών έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα. Έκτοτε, η νομοθεσία του Σένγκεν αναπτύχθηκε περαιτέρω. Για παράδειγμα, μερικά άρθρα της σύμβασης του Σένγκεν αντικαταστάθηκαν από νέους νόμους της ΕΕ (π.χ. κώδικας συνόρων του Σένγκεν).
Η συμμετοχή της Δανίας
Η Δανία, παρότι έχει υπογράψει τη σύμβαση του Σένγκεν, μπορεί να επιλέξει, στο πλαίσιο της ΕΕ, να εφαρμόσει ή όχι κάθε νέο μέτρο που στηρίζεται στον τίτλο IV της συνθήκης ΕΚ εντός του δικαίου της ΕΕ, ακόμα και αν αυτό μέτρο αποτελεί ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν. Ωστόσο, η Δανία δεσμεύεται από ορισμένα μέτρα όσον αφορά την κοινή πολιτική χορήγησης θεωρήσεων εισόδου.
Η συμμετοχή της Ιρλανδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου
Σύμφωνα με το πρωτόκολλο που προσαρτάται στη συνθήκη του Αμστερνταμ, η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο μπορούν να συμμετάσχουν στο σύνολο ή σε μέρος των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν έπειτα από ομόφωνη ψήφο του Συμβουλίου των κρατών που συμμετέχουν στις συμφωνίες και του κυβερνητικού εκπροσώπου του συγκεκριμένου κράτους μέλους.
Το Ηνωμένο Βασίλειο ζήτησε, τον Μάρτιο του 1999, να συνεργαστεί σε ορισμένες πτυχές του Σένγκεν: την αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις, την καταπολέμηση των ναρκωτικών και το σύστημα πληροφόρησης του Σένγκεν (SIS).Η απόφαση του Συμβουλίου 2000/365/ΕΚ που εγκρίνει την αίτηση του Ηνωμένου Βασιλείου εκδόθηκε στις 29 Μαΐου 2000.
Η Ιρλανδία ζήτησε επίσης, τον Ιούνιο του 2000 να συμμετάσχει σε ορισμένες διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν, που καλύπτουν με μία μόνο εξαίρεση τις ίδιες διατάξεις της αίτησης του Ηνωμένου Βασιλείου. Το Συμβούλιο ενέκρινε την αίτηση αυτή, με την απόφαση 2002/192/ΕΚ της 28ης Φεβρουαρίου 2002. Η Επιτροπή είχε γνωμοδοτήσει σχετικά με τις δύο αιτήσεις επισημαίνοντας ότι η μερική συμμετοχή των δύο αυτών κρατών στο κεκτημένο του Σένγκεν δεν πρέπει να εμποδίσει τη συνοχή του συνόλου των διατάξεων που αποτελούν το ίδιο το κεκτημένο.
Ύστερα από αξιολόγηση των προκαταρκτικών όρων σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας, το Συμβούλιο, με την απόφασή του 2004/926/ΕΚ της 22ης Δεκεμβρίου 2004, συναίνεσε στην εφαρμογή από το Ηνωμένο Βασίλειο των τμημάτων αυτών του κεκτημένου του Σένγκεν.
Οι σχέσεις με τις τρίτες χώρες: κοινές αρχές
Η προοδευτική επέκταση του χώρου Σένγκεν στο σύνολο των κρατών μελών της ΕΕ οδήγησε τρίτες χώρες που διατηρούν ιδιαίτερες σχέσεις με την ΕΕ να συμμετάσχουν στη συνεργασία Σένγκεν. Προϋπόθεση για τη σύνδεση χωρών εκτός της ΕΕ με το κεκτημένο του Σένγκεν είναι η σύναψη συμφωνίας για την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων μεταξύ των κρατών αυτών και της ΕΕ (όπως προβλέπεται από τη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο για τις περιπτώσεις της Ιρλανδίας, της Νορβηγίας και του Λιχτενστάιν και από τη Συμφωνία για την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων για την περίπτωση της Ελβετίας).
Η συμμετοχή αυτή συνίσταται για τις εν λόγω χώρες στο:
  • να συμπεριληφθούν στο χώρο που συγκροτείται από την απουσία ελέγχου στα εσωτερικά σύνορα·
  • να εφαρμόζουν τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν και όλα τα κείμενα που αναφέρονται στη δημιουργία του·
  • να συνεργάζονται στη λήψη αποφάσεων σχετικά με τα κείμενα «Schengen relevant».
Στην πράξη, η συνεργασία αυτή γίνεται με τη μορφή μεικτών επιτροπών που συνεδριάζουν στο περιθώριο των ομάδων εργασίας του Συμβουλίου της ΕΕ. Σ’ αυτές συμμετέχουν εκπρόσωποι των κυβερνήσεων των κρατών μελών της ΕΕ, της Επιτροπής και των κυβερνήσεων των τρίτων χωρών. Οι συνδεδεμένες χώρες συμμετέχουν λοιπόν στις συζητήσεις για την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν αλλά δεν συμμετέχουν στην ψηφοφορία. ΄Εχουν καθορισθεί διαδικασίες για την κοινοποίηση και την αποδοχή μελλοντικών μέτρων ή πράξεων.
Οι σχέσεις με την Ισλανδία και τη Νορβηγία
Η Ισλανδία και η Νορβηγία ανήκουν μαζί με τη Σουηδία, τη Φινλανδία και τη Δανία στη Σκανδιναβική Ένωση Διαβατηρίων, η οποία κατήργησε τους ελέγχους στα κοινά τους σύνορα. Η Ισλανδία και η Νορβηγία συνδέθηκαν με την ανάπτυξη των συμφωνιών Σένγκεν από τις 19 Δεκεμβρίου 1996. Χωρίς να διαθέτουν δικαίωμα ψήφου στο πλαίσιο της εκτελεστικής επιτροπής Σένγκεν, οι χώρες αυτές είχαν τη δυνατότητα να εκφράσουν γνώμες και να διατυπώσουν προτάσεις. Προκειμένου να συνεχισθεί η σύνδεση αυτή, η συμφωνία σχετικά με τη σύνδεση της Ισλανδίας και της Νορβηγίας προς την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν, βάσει της απόφασης 1999/439/ΕΚ του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 1999, υπογράφηκε στις 18 Μαΐου 1999, μεταξύ της Ισλανδίας, της Νορβηγίας και της ΕΕ.
Στους τομείς του κεκτημένου Σένγκεν που εφαρμόζεται στην Ισλανδία και στη Νορβηγία, οι σχέσεις μεταξύ των δύο αυτών χωρών, αφενός, και της Ιρλανδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, αφετέρου, ρυθμίζονται από συμφωνία που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο της 28ης Ιουνίου 1999 (Επίσημη Εφημερίδα L 15 της 20.1.2000).
Η απόφαση 2000/777/ΕΚ του Συμβουλίου της 1ης Δεκεμβρίου 2000 προβλέπει την εφαρμογή των ρυθμίσεων του κεκτημένου Σένγκεν στα πέντε κράτη της Σκανδιναβικής Ένωσης Διαβατηρίων από την 25η Μαρτίου 2001.
Η συμμετοχή της Ελβετίας και του Λιχτενστάιν
Η ΕΕ σύναψε συμφωνία με την Ελβετία για τη συμμετοχή της στον χώρο Σένγκεν [Επίσημη Εφημερίδα L 53 της 27.2.2008]· ακολούθως, η Ελβετία εντάχθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2008. Χαίρει του ίδιου καθεστώτος σύνδεσης με τη Νορβηγία και την Ισλανδία. Στις 28 Φεβρουαρίου 2008 υπογράφηκε πρωτόκολλο για τη συμμετοχή του Λιχτενστάιν στον χώρο Σένγκεν.
Το σύστημα πληροφόρησης Σένγκεν δεύτερης γενεάς (SIS II)
Καθώς το SIS βρίσκεται σε επιχειρησιακή φάση από το 1995, βρίσκεται σε εξέλιξη η ανάπτυξη ενός νέου συστήματος με βελτιωμένες λειτουργίες και βασισμένου σε νέες τεχνολογίες. Σήμερα, το νέο αυτό σύστημα (SIS II) υποβάλλεται σε εκτεταμένους ελέγχους, σε συνεργασία με κράτη μέλη.
Το Συμβούλιο εξέδωσε στις 6 Δεκεμβρίου 2001 δύο νομοθετικά μέσα: τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2424/2001 και την απόφαση 2001/886/ΔΕΥ, με τα οποία ανατίθεται στην Επιτροπή η ανάπτυξη του SIS II και προβλέπεται ότι οι δαπάνες σχετικά με την ανάπτυξη αυτή βαρύνουν τον γενικό προϋπολογισμό της ΕΕ. Τα μέσα αυτά τροποποιήθηκαν το 2006, παρατείνοντας την περίοδο ισχύος τους έως την 31η Δεκεμβρίου 2008.
Η Επιτροπή δημοσίευσε στις 18 Δεκεμβρίου 2001 ανακοίνωση [COM(2001) 720] που εξετάζει τις δυνατότητες υλοποίησης και ανάπτυξης του SIS II. Με τη δομή των μελετών και των συζητήσεων που πραγματοποιήθηκαν σχετικά με την αρχιτεκτονική και τις λειτουργίες του μελλοντικού συστήματος, η Επιτροπή υπέβαλε το 2005 τρεις προτάσεις νομοθετικών μέσων. Δύο εκ των μέσων της δέσμης αυτής [κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 που προσδιορίζει τις πτυχές 1ου πυλώνα σχετικά με τη δημιουργία, τη λειτουργία και τη χρήση του SIS II και κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1986/2006 σχετικά με την πρόσβαση των υπηρεσιών που είναι επιφορτισμένες με την ταξινόμηση των οχημάτων στο SIS II] εγκρίθηκαν στις 20 Δεκεμβρίου 2006. Το τρίτο μέσο (απόφαση 2007/533/ΔΕΥ που προσδιορίζει τις πτυχές 3ου πυλώνα σχετικά με τη δημιουργία, τη λειτουργία και τη χρήση του SIS II) εκδόθηκε στις 12 Ιουνίου 2007.
Το Συμβούλιο Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων του Δεκεμβρίου 2006 ενέκρινε το σχέδιο SISone4all (μία κοινή προσπάθεια των κρατών μελών συντονιζόμενη από την Πορτογαλία). Το SISone4all υπήρξε μια προσωρινή λύση που έδωσε τη δυνατότητα σε 9 κράτη μέλη που εντάχθηκαν στην ΕΕ το 2004 να συνδεθούν με την υφιστάμενη έκδοση του συστήματος SIS (SIS1+), με ορισμένες τεχνικές προσαρμογές. Η επιτυχής ολοκλήρωση του SISone4all, σε συνδυασμό με τις θετικές αξιολογήσεις του Σένγκεν, επέτρεψαν την άρση των ελέγχων στα εσωτερικά χερσαία και θαλάσσια σύνορα τέλη του 2007 και στα αεροδρόμια από τις 30 Μαρτίου 2008.
Η άρση των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα χάραξε το δρόμο για την υλοποίηση εναλλακτικών και λιγότερο επικίνδυνων προσεγγίσεων για τη μετάβαση από το SIS1+ στο SIS II. Κατόπιν αιτήσεων των κρατών μελών για διάθεση περισσότερου χρόνου για τη δοκιμή του συστήματος και για τήρηση λιγότερο επικίνδυνης στρατηγικής για τη μετάβαση από το παλιό στο καινούργιο σύστημα, η Επιτροπή υπέβαλε προτάσεις για ένα κανονισμό και μία απόφαση που καθορίζουν τα καθήκοντα και τις ευθύνες των διαφόρων μερών που συμμετέχουν στην προετοιμασία για μετάβαση στο SIS II (συμπεριλαμβανομένων των δοκιμών και όποιων περαιτέρω εργασιών ανάπτυξης που είναι αναγκαίες κατά το στάδιο αυτό). Οι προτάσεις αυτές εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο στις 24 Οκτωβρίου 2008.
 http://newingreece.blogspot.com/2012/02/blog-post_7201.html.

http://europa.eu/legislation_summaries/justice_freedom_security/free_movement_of_persons_asylum_immigration/l33020_el.htm

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...