Το ΙΚΑ θα «ζητήσει πίσω τα χρήματά του», και μάλιστα
ανεξάρτητα με το αν διαπιστώνεται ή όχι δόλος από την πλευρά του ασφαλισμένου.
Αυτό προκύπτει από το έγγραφο που απέστειλε προς τις
υπηρεσίες του Ιδρύματος η προϊσταμένη της Γενικής Διεύθυνσης Ασφαλιστικών
Υπηρεσιών, Χαρίκλεια Δοντάκη, η οποία επικαλείται νεότερη νομολογία του
Συμβουλίου της Επικρατείας.
Σύμφωνα με το έγγραφο, η νεότερη νομολογία του
Συμβουλίου της Επικρατείας «δεν κάνει διάκριση μεταξύ καλόπιστης ή μη
είσπραξης, αλλά αρκείται μόνο στο γεγονός της αχρεώστητης καταβολής προκειμένου
να επιβάλει έντοκη αναζήτηση».
Μέχρι τώρα, η διοίκηση του ΙΚΑ, βασισμένη σε
παλαιότερες αποφάσεις των δικαστηρίων, αναζητούσε σε βάθος δεκαετίας, μετά την
παρέλευση της οποίας παραγράφονται οι απαιτήσεις, παροχές που καταβλήθηκαν
αχρεωστήτως, μόνο στις περιπτώσεις που μπορούσε να αποδειχτεί δόλος.
Σύμφωνα με «το μέγεθος της οικονομικής ζημίας του
Ιδρύματος, σε συνδυασμό με το δυσμενές οικονομικό περιβάλλον, υποχρεώνουν τη
διοίκηση να επανεκτιμήσει τα δεδομένα και να προσαρμόσει πλέον οριστικά τη θέση
του Ιδρύματος στο ισχύον νομοθετικό και νομολογιακό πλαίσιο».
Ετσι, στο εξής, η εκτίμηση για το εάν η είσπραξη
έγινε ή όχι καλόπιστα «θα καθορίζει μόνο την έκταση της παραγραφής και τον
χρόνο έναρξης επιβολής του τόκου και όχι το ζήτημα της αναζήτησης».
Η διαφορά είναι ότι, όταν δεν διαπιστώνεται δόλος,
τα ποσά καταβάλλονται από το χρονικό σημείο που ο οφειλέτης λαμβάνει γνώση της
οφειλής (με κοινοποίηση της απόφασης καταλογισμού), ενώ στις περιπτώσεις που
υφίσταται δόλος, από τον χρόνο καταβολής της αχρεώστητης παροχής.
Στο έγγραφο της προϊσταμένης της Γενικής Διεύθυνσης
Ασφαλιστικών Υπηρεσιών αναφέρεται επίσης ότι υπάρχει η δυνατότητα του
συμψηφισμού των παροχών που δόθηκαν από το ΙΚΑ παράνομα με ενδεχόμενες οφειλές
των ασφαλισμένων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου